Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

Σήμερα γιορτάζω το δικό μου πραγματικό ΟΧΙ

πίναμε καφέ στην παραλία
μια κυρία πολύ κομψή αρκετά μεγάλης ηλικίας με κάτασπρα μαλλιά
που όλη της η φυσιογνωμία παρέπεμπε σε άλλες εποχές, σε βιβλία, σε παλιούς πίνακες, στον ρόλο μιας αρχόντισσας σε κάποια θεατρική διανομή,
πλησίασε και μας ζήτησε ένα τσιγάρο
ο τρόπος της ευγενέστατος, μιας κυρίας του αστικού κόσμου με την εμπειρία της άνεσης της κοσμοπολίτισσας στο τόσο συνηθισμένο αίτημα ενός τσιγάρου, δεν τα κατάφερε να κρύψει ένα αμυδρό κοκκίνισμα στο πρόσωπο της που μαρτυρούσε, παίζοντας βάναυσα με τη διπλή σημασία της λέξης, ένα συναίσθημα ντροπής και κατωτερότητας
της δώσαμε το τσιγάρο και έφυγε

πολύ αργότερα καθώς φεύγαμε διέκρινα την κυρία πίσω μας να περπατάει διστακτική, διαισθάνθηκα ότι ταυτόχρονα περίμενε να απομακρυνθούμε, πλησίασε σε κάποιο άλλο τραπέζι, στο αίτημα για τσιγάρο αυτή τη φορά κυριαρχούσε η ντροπή του αυτοεξευτελισμού
το ζευγάρι μετά από μια γλαφυρή ανταλλαγή βλέμματος σε μια παύση δυσφορίας της έδωσε απρόθυμα το τσιγάρο
τώρα πια ήμουν σίγουρη
περίμενα να απομακρυνθεί από το τραπέζι και την πλησίασα
"θέλετε τσιγάρα;" την ρώτησα
μου απάντησε με εκείνη την απεγνωσμένη ορμητικότητα που δίνει στην ομιλία ο αγώνας να υπερβείς τον εξευτελισμό, αποφασιστικότητα που βγαίνει σχεδόν απαιτητική καθώς σπάει εκείνο το τεράστιο ταμπού, το φράγμα της αξιοπρέπειας μιας πρότερα οικείας διαφορετικής ζωής, πετάει τη μάσκα και σε αφήνει, αποδέχεται, να τη δεις γυμνή στο πρωτόγνωρο για αυτήν κόσμο της φτώχειας 
ναι,
πόσα;
2-3...
της δώσαμε το μισό πακέτο
η κυρία ξέσπασε σε λυγμούς
να σας έχει ο θεός καλά, μας είπε επαναλαμβάνοντας ευχαριστώ, ευχαριστώ
κυρία, μην μας ευχαριστείτε
έχουμε περάσει τα ίδια πολλές φορές
απομακρύνθηκε και την παρακολουθούσα μέχρι που κάθισε σε ένα παγκάκι
με μια διαφορά
ένα γαλήνιο μειδίαμα τη φώτιζε
ανακουφισμένη
γιατί βρήκε τσιγάρα;
γιατί ξαλάφρωσε από το μαρτυρικό ρόλο να κρύβει την αγωνία της ανέχειας; έστω και για μια στιγμή;
γιατί κάποιοι την είχαν κατανοήσει απλά;
γιατί η επικοινωνία με τους δύο ανθρώπους, τις δύο γυναίκες, μητέρα και κόρη, που της πρόσφεραν τα τσιγάρα τους
της έδειξε έναν άλλο κόσμο; καθώς άκουσε την απάντησή μας
αλλά σίγουρα δεν ήξερε πώς
οι δύο γυναίκες ήταν άνθρωποι του θεάτρου
η μητέρα είχε κάνει όνομα από την συμμετοχή της σε ταινίες ενός γνωστού αριστερού σκηνοθέτη που σίγουρα η κυρία δεν είχε δει ποτέ στη ζωή της
η κόρη είχε μεγαλώσει παίζοντας στο κινούμενο θέατρο τσαντίρι με το οποίο όργωναν οι γονείς της την ελληνική επαρχία
είχαν γνωρίσει την φτώχεια και όλες τις κοινωνικές της συναρτήσεις
συχνά και με μεγάλη διάρκεια στη ζωή τους
και ήταν πρωτόγνωρο σε αυτές να κοιτούν αυτήν την καταφανέστατα συντηρητικών απόψεων κυρία και να είναι αυτές που τώρα βοηθούν οικονομικά
να βλέπουν και να αντιδρούν κι αυτές με μια μικρή διαφορά
δεν ήξερε πως η γνώση της φτώχειας και του παρελκόμενου εξευτελισμού που συμπορεύεται
δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για ταξικό μίσος που χάνει τον δρόμο του επιτιθέμενο προς τον συνάνθρωπο
γιατί οι δύο γυναίκες που πρόσφεραν τα τσιγάρα τους
νοιώσανε την δική τους πρωτόγνωρη αγωνία να αναγνωρίζουν γύρω τους το φάσμα της φτώχειας που εξαπλώνεται σε ανθρώπους οι οποίοι κάποτε τις εξευτέλιζαν,
θυμήθηκαν εύπορους ανθρώπους πασόκες δεξιούς αριστερούς, την εποχή των παχειών αγελάδων να τις θυμίζουν με νόημα, επιρρίπτοντας προσωπική ευθύνη για την κατάστασή τους όταν ζητούσαν βοήθεια, εκείνο το επαναστατικό τραγούδι "η φτώχεια είναι ντροπή" χωρίς να κατανοούν τι κρύβει αυτή η αφαιρετική φράση
η φτώχεια είναι ντροπή για την κοινωνία του βολεμένου εύπορου ασυνείδητου ιδιώτη
η φτώχεια είναι ντροπή για τον φτωχό που την αποδέχεται με αιδώ χωρίς τη συνείδηση του αίτιου που τη δημιουργεί
η φτώχεια είναι ντροπή για τον φτωχό που την αποδέχεται χωρίς αγώνα ενάντια σε αυτό το καθεστώς
η ύπαρξη της φτώχειας είναι ντροπή για το ανθρώπινο γένος γιατί καταδεικνύει μια κοινωνία τεράτων και δεν είναι ντροπή για τον ίδιο τον φτωχό.

μήπως να γράψουμε βιβλίο οδηγό "πώς να διαχειριστείτε την φτώχεια: οδηγίες προς νεόπτωχους"; είπανε για να απαλύνουν την τραγικότητα αυτής της συνάντησης.
το φανάρι έγινε πράσινο για τους πεζούς
φύγαμε
ναι είναι κάποιοι άνθρωποι στη χώρα μας που δεν το ζούνε "για πρώτη φορά live"
αυτή η φράση σε κάποιο άρθρο ενός Blog
στο οποίο η αγωνίστρια συγγραφέας περιγράφοντας την φτώχεια
έχει ξεχάσει ότι όταν η υποφαινόμενη ήταν άνεργη
 της είχε απαντήσει, καθώς γνωρίζονταν προσωπικά,  (sic) χωρίς να είναι καθόλου σικ,
"για κοίτα κάτι χαραμοφάηδες που ζουν απ' τα λεφτά των άλλων"
 ήθελα απλά να στο θυμίσω,
τώρα ξερω πως μπορείς να καταλάβεις πόσο με πόνεσες τότε
γιατί ο πόνος ο πραγματικά ανθρώπινος πόνος
είναι κι αγώνας ενάντια στην αποκτήνωση
κάποιος φίλος τηλεφωνικά μου είπε
"όχι, δεν θα ξαναγυρίσω στην Ελλάδα, με πιάνει τρόμος στη μνήμη της φτώχειας"
και δεν του απάντησα πως εγώ, από τη φτώχεια, φοβάμαι το μίσος πιο πολύ

στον αγώνα που πρέπει να γίνει και θα γίνει
εγώ είμαι δίπλα σου, είμαστε όλοι μαζί
 γιατί
αυτός ο κόσμος είναι πρωτόγνωρος για όλους μας

                                 
                                        

                                      
                  όχι δεν είναι  το τραγούδι τηςαλληλεγγύης







Δεν υπάρχουν σχόλια: